Με τα λόγια των ποιητών -Ένα χρόνο μετά

Κι ήθελε ακόμη πολύ φως να ξημερώσει…

Γιατί, για ό,τι γίνεται ‘κείνο που λείπει,

φέρουμε τώρα, εμείς μονάχα, ακέρια την ευθύνη…

Ακτιβιστική παρέμβαση των μαθητών του ΓΕΛ Λιτοχώρου για την τραγωδία των Τεμπών

8 Μαρτίου, 2023

Ο ΘΡΗΝΟΣ

«Ποτέ δε φεύγουν τα νεκρά παιδιά απ’ τα σπίτια τους,

τριγυρίζουν εκεί. Πάντα εκεί.

Δε φεύγουν τα νεκρά παιδιά. Μένουν στο σπίτι

και κάθε μέρα μεγαλώνουν μέσα στην καρδιά μας.

Κι αν κάποτε οι γυναίκες βγάζουν μια κραυγή στον ύπνο τους,

είναι που τα κοιλοπονάνε πάλι.

Φτάνουν ως έξω απ’ το σπίτι τους,

κοιτούν το κλεισμένο παιδικό τους παράθυρο,

υψώνουν μια στιγμή το χέρι, μα δε χτυπούν τη γρίλια. Από μέσα

ακούνε οι γονείς το χτύπημα. Ανοίγουν την πόρτα.

Δεν είναι τίποτα. Βλέπουν μονάχα

τα μαραμένα αστέρια, τον άδειο ουρανό, τον άδειο κόσμο

και ξανακλείνουν την πόρτα σα να μπαίνουν μέσα τα παιδιά τους.

Ζει η απουσία λοιπόν, μαζί μας ή και μόνη της, τη ζωή της.

Και πρέπει να προσέχουμε την κάθε κίνηση και σκέψη μας και λέξη

γιατί, για ό,τι γίνεται ‘κείνο που λείπει,

φέρουμε τώρα, εμείς μονάχα, ακέρια την ευθύνη.

Αυτός ο νέος ίσως μια μέρα και να σ’ αγαπούσε.

Ετούτα τα κορίτσια ίσως και θα ΄ταν φιλενάδες σου.

Σε τούτο το σχολείο θα πήγαινες μεθαύριο.

Κι έτσι μέσα στη νύχτα που φεύγουμε ξένοι.

Κάπου εκεί, σ’ ένα μοναχικό παράθυρο, κρεμασμένο

ψηλά στη νύχτα, εσύ, πίσω απ’ το δαντελένιο κουρτινάκι,

περιμένεις να σου χαμογελάσουμε»

“Ποτέ δε φεύγουν τα νεκρά παιδιά απ’ τα σπίτια τους”, Γιάννης Ρίτσος

ΤΟ ΠΕΝΘΟΣ

Θά πενθώ πάντα — μ’ακούς; — γιά σένα

Θά γυρίσει αλλού τίς χαρακιές

Τής παλάμης, η Μοίρα, σάν κλειδούχος

Μιά στιγμή θά συγκατατεθεί ο Καιρός

Πώς αλλιώς, αφού αγαπιούνται οι άνθρωποι

ΙΙ.

Πενθώ τόν ήλιο καί πενθώ τά χρόνια που έρχονται

Χωρίς εμάς καί τραγουδώ τ’άλλα πού πέρασαν

Εάν είναι αλήθεια

ΙV.

Είναι νωρίς ακόμη μές στόν κόσμο αυτόν, μ’ακούς

Δέν έχουν εξημερωθεί τά τέρατα, μ’ακούς

Τό χαμένο μου τό αίμα καί τό μυτερό

Μαχαίρι

Πού μ’αφήνεις,πού πάς καί ποιός, μ’ακούς

Τό λουλούδι αυτό τής καταιγίδας Τής αγάπης

Μιά γιά πάντα τό κόψαμε

Καί δέν γίνεται ν’ανθίσει αλλιώς,

Σ’άλλη γή, σ’άλλο αστέρι,

Δέν υπάρχει τό χώμα, δέν υπάρχει ο αέρας

Πού αγγίξαμε, ο ίδιος, μ’ακούς

”Το μονόγραμμα”, Ο. Ελύτης

Ο ΦΟΒΟΣ

Φοβᾶμαι τοὺς ἀνθρώπους ποὺ μὲ καταλερωμένη τὴ φωλιὰ

πασχίζουν τώρα νὰ βροῦν λεκέδες στὴ δική σου.

Φοβᾶμαι, φοβᾶμαι πολλοὺς ἀνθρώπους.

”Φοβᾶμαι…”,Μανώλης Αναγνωστάκης

Η ΕΥΘΥΝΗ

Λείπουν ακόμη και τα λόγια.

Όλα τ’ αφήσαμε στη μέση, όλα τ’ αφήσαμε στην τύχη.

Κι έγιναν χωρίς εμάς.

”Κάτω απ’ τον ίσκιο του βουνού”, Γ. Ρίτσος

Ποιος φταίει;

– Φταίει το ζαβό το ριζικό μας!

– Φταίει ο Θεός που μας μισεί!

– Φταίει το κεφάλι το κακό μας!

”Μοιραίοι”,Κ. Βάρναλη

Η ΑΛΗΘΕΙΑ

Στο παιδί μου

Στο παιδί μου δεν άρεσαν ποτέ τα παραμύθια

Και του μιλούσανε για Δράκους και για το πιστό σκυλί

Για τα ταξίδια της Πεντάμορφης και για τον άγριο λύκο

Μα στο παιδί δεν άρεσαν ποτέ τα παραμύθια

Τώρα, τα βράδια, κάθομαι και του μιλώ

Λέω το σκύλο σκύλο, το λύκο λύκο, το σκοτάδι σκοτάδι,

Του δείχνω με το χέρι τους κακούς, του μαθαίνω

Ονόματα σαν προσευχές, του τραγουδώ τους νεκρούς μας.

Α, φτάνει πια! Πρέπει να λέμε την αλήθεια στα παιδιά.

Στο παιδί μου…, Μανώλης Αναγνωστάκης

Ο ΑΓΩΝΑΣ

Κι ήθελε ακόμη πολύ φως να ξημερώσει. Όμως εγώ

Δεν παραδέχτηκα την ήττα. Έβλεπα τώρα

Πόσα κρυμμένα τιμαλφή έπρεπε να σώσω

Πόσες φωλιές νερού να συντηρήσω μέσα στις φλόγες.

Μιλάτε, δείχνετε πληγές αλλόφρονες στους δρόμους

Τον πανικό που στραγγαλίζει την καρδιά σας σα σημαία

Καρφώσατε σ’ εξώστες, με σπουδή φορτώσατε το εμπόρευμα

Η πρόγνωσίς σας ασφαλής: Θα πέσει η πόλις.

Ἐκεῖ, προσεχτικά, σὲ μιὰ γωνιά, μαζεύω με τάξη,

Φράζω με σύνεση το τελευταίο μου φυλάκιο

Κρεμώ κομμένα χέρια στους τοίχους, στολίζω

Με τα κομμένα κρανία τα παράθυρα, πλέκω

Με κομμένα μαλλιά το δίχτυ μου και περιμένω.

Όρθιος, και μόνος σαν και πρώτα περιμένω.

«Κανένας στίχος σήμερα δέν κινητοποιεῖ τίς μάζες

Κανένας στίχος σήμερα δέν ἀνατρέπει καθεστῶτα»

”Κι ήθελε ακόμη”, Μανώλης Αναγνωστάκης

Η ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ

Καὶ νὰ ποὺ φτάσαμε ἐδῶ

Χωρὶς ἀποσκευὲς

Μὰ μ᾿ ἕνα τόσο ὡραῖο φεγγάρι

Καὶ ἐγὼ ὀνειρεύτηκα ἕναν καλύτερο κόσμο

Φτωχὴ ἀνθρωπότητα, δὲν μπόρεσες

οὔτε ἕνα κεφαλαῖο νὰ γράψεις ἀκόμα

Κάποτε θὰ ἀποδίδουμε δικαιοσύνη

μ᾿ ἕνα ἄστρο ἢ μ᾿ ἕνα γιασεμὶ

σὰν ἕνα τραγοῦδι ποὺ καθὼς βρέχει

παίρνει τὸ μέρος τῶν φτωχῶν

Ἀλλὰ τὰ βράδια τί ὄμορφα

ποῦ μυρίζει ἡ γῆ!

”Αλλά τα βράδια”, Τάσος Λειβαδίτης

Η ΕΛΠΙΔΑ

Θα ‘ρθει καιρός που θ’ αλλάξουν τα πράματα.

Να το θυμάσαι Μαρία.

Είναι Μαρία – δε θέλω να λέω ψέματα –

δύσκολοι καιροί.

Και θάρθουνε κι άλλοι.

Δεν ξέρω – μην περιμένεις κι από μένα πολλά –

τόσα έζησα τόσα έμαθα τόσα λέω

κι απ’ όσα διάβασα ένα κρατάω καλά:

«Σημασία έχει να παραμένεις άνθρωπος».

Θα την αλλάξουμε τη ζωή

παρ’ όλα αυτά Μαρία.»

«Θα ΄ρθει καιρός»,Κατερίνα Γώγου

Κάποτε θ’ ανταμώσουμε στους λόφους του ήλιου. Μην ξεχνάς.

Περπάτα.

”Οι Γειτονιές Του Κόσμου΄΄, Γιάννης Ρίτσος